Λένε πως...
Μια μέρα, στις αρχές του χειμώνα, φτάνει στο ταχυδρομείο ένα πολύ ιδιαίτερο γράμμα, με παραλήπτη τον Θεό.
Έκπληκτος, ο υπάλληλος που κάνει τη διαλογή των γραμμάτων κοιτάει τον αποστολέα.
Φτωχαδάκι.
Πράσινη παράγκα χωρίς αριθμό, οδός χωρίς αριθμό.
Πόλης επείγουσας ανάγκης, Νότος.
Παραξενεμένος ο υπαλληλος ανοίγει το γράμμα και διαβάζει:
Αγαπητέ Θεέ:
Δεν έμαθα ποτέ αν υπάρχεις στα σίγουρα. Αν, όμως, υπάρχεις, θα βρεθεί τρόπος να φτάσει το γράμμα μου σε εσένα. Σου γράφω γιατί έχω προβλήματα. Είμαι άνεργος, θα με πετάξουν έξω από το σπιτάκι που μένω γιατί έχω δύο μήνες να πληρώσω, και πάει καιρός που τα τέσσερα παιδιά μου δεν έχουν φάει ενα πιάτο ζεστό φαί. Αλλά το χειρότερο από όλα είναι ότι ο μικρότερος γιος μου έχει πυρετό και πρέπει να επειγόντως να πάρει φάρμακα. Ντρέπομαι που στο ζητάω, αλλά σε ικετεύω να μου στείλει 100 πέσος. Προσπαθώ να βρω δουλειά, κάτι μου υποσχέθηκαν αλλά... τίποτα. Κι όπως είμαι απελπισμένος και δεν ξέρω τί άλλο να κάνω, σου γράφω αυτό το γράμμα. Αν κάνεις κάτι για να βρω λεφτά, να είσαι βέβαιος ότι δεν πρόκειται να σε ξεχάσω ποτέ, και θα μάθω τα παιδιά μου να ακολουθούν το δρόμο σου.
Φτωχαδάκι.
Τελειώνοντας την ανάγνωση του γράμματος, ο υπάλληλος νιώθει τρομερή θλίψη, απέραντη τρυφερότητα, αφάνταστο πόνο...
Βάζει το χέρι στην τσέπη του και βλέπει πως έχει 5 πέσος. Είναι τέλος του μήνα.
Υπολογίζει ότι χρειάζεται 80 λεπτά για να γυρίσει στο σπίτι του. Και σκέφτεται: 4,20.
Δεν ξέρει τί να κάνει.
Μετά, αρχίζει να τρέχει από γραφείο σε γραφείο με το γράμμα στο χέρι και να ζητάει από τον καθένα να δώσει ό,τι θέλει.
Κάθε υπάλληλος, συγκινημένος, δινει ό,τι μπορεί, που δεν είναι και πολλά, γιατί είμαστε και στο τέλος του μήνα. Ένα πέσο, πενήντα λεπτά, τρία πέσος...
Ώσπου στο τέλος της μερας, ο υπάλληλος μετράει τα χρήματα: 75 πέσος.
Αναρωτιεται τότε ο άνδρας. Τώρα, τί να κάνω; Να περιμένω έως την άλλη βδομάδα για να μαζέψω τα χρήματα; Ή να του στείλω όσα μάζεψα έως τώρα;
Όμως... το παιδί είναι άρρωστο... καλύτερα να του στείλω αυτά που έχω...
Βάζει τα 75 πέσος σε ένα φάκελο, γράφει τη διεύθυνση του παραλήπτη και δίνει το γράμμα στον ταχυδρόμο, που είναι ενήμερος κι αυτός για την ιστορία.
Δύο μέρες αργότερα, φτάνει στο ταχυδρομείο ένα άλλο γράμμα με παραλήπτη πάλι τον Θεό.
Αγαπημένε μου Θεέ,
Το ήξερα πως δεν θα με εγκατέλειπες. Δεν ξέρω πώς έφτασε το γράμμα μου, θέλω πάντως να ξέρεις, ότι μόλις έλαβα τα λεφτά, αγόρασα τα φάρμακα και τώρα ο Κατσίτο είναι εκτός κινδύνου. Πήρα φαγητό να φάνε τα παιδιά μου, πλήρωσα ένα μέρος από αυτά που χρωστούσα για το σπίτι, και επίσης με διαβεβαίωσαν ότι θα με πάρουν στη δουλειά που μου είχαν υποσχεθεί. Την άλλη βδομάδα πιάνω δουλειά. Σε ευγνωμονώ για αυτό που έκανες για εμάς, δεν θα ξεχάσω ποτέ, και νομίζω πως αν φροντίσεις να έχω δουλειά, δεν θα βρεθώ ποτέ στην ανάγκη να σου ζητήσω λεφτά.
Υστερόγραφο: Επί τη ευκαιρία, να σου πω κάτι, αν είναι να στείλεις λεφτά σε κάποιον άλλον, μην τα στείλεις με το ταχυδρομείο, γιατί εμένα μου βούτηξαν 25 πέσος.
Φτωχαδάκι
Συμπέρασμα: Ο άνθρωπος έχει την τάση να σαμποτάρει την ίδια την ευτυχία του κι ένας από τους πιο συνηθισμένους και αποτελεσματικούς τρόπους που χρησιμοποιεί για αυτό είναι να ψάχνει να βρει έστω και την παραμικρή ατέλεια, ακόμα και στις ωραιότερες καταστάσεις.
Υστερόγραφο: Επί τη ευκαιρία, να σου πω κάτι, αν είναι να στείλεις λεφτά σε κάποιον άλλον, μην τα στείλεις με το ταχυδρομείο, γιατί εμένα μου βούτηξαν 25 πέσος.
Φτωχαδάκι
Συμπέρασμα: Ο άνθρωπος έχει την τάση να σαμποτάρει την ίδια την ευτυχία του κι ένας από τους πιο συνηθισμένους και αποτελεσματικούς τρόπους που χρησιμοποιεί για αυτό είναι να ψάχνει να βρει έστω και την παραμικρή ατέλεια, ακόμα και στις ωραιότερες καταστάσεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου